Δημιουργήθηκε ο πιο ακριβής έως τώρα χάρτης βαρύτητας oυράνιων σωμάτων
Ο πιο ακριβής έως τώρα χάρτης βαρύτητας της Σελήνης από την
αποστολή Grail αποκαλύπτει το βίαιο γεωλογικό παρελθόν του φεγγαριού,
λόγω βομβαρδισμού από απανωτές προσκρούσεις.
Πιο αναλυτικά, δύο «δίδυμοι» δορυφόροι της NASA, στο πλαίσιο της
αποστολής Grail, που βρίσκονται σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη,
δημιούργησαν τον ακριβέστερο έως σήμερα χάρτη του πεδίου βαρύτητας του
φεγγαριού και, γενικότερα, οποιουδήποτε άλλου ουράνιου σώματος. Μεταξύ
άλλων, ο χάρτης αποκαλύπτει το βίαιο παρελθόν του φεγγαριού, καθώς οι
απανωτές προσκρούσεις κομητών και αστεροειδών έχουν αφήσει τα ίχνη τους
όχι μόνο στην επιφάνεια της Σελήνης (τους ορατούς κρατήρες), αλλά και
βαθύτερα στο αόρατο εσωτερικό του φλοιού της.
Αντίθετα με τη Γη όπου η αέναη κίνηση των τεκτονικών πλακών, η
ηφαιστειακή δραστηριότητα και η διάβρωση των εδαφών έχουν σβήσει τα ίχνη
των αρχαίων προσκρούσεων, ιδίως κατά τη νεαρή ηλικία του πλανήτη μας,
στη Σελήνη τόσο η επιφάνεια όσο και το εσωτερικό της έχουν μείνει σχεδόν
ανέπαφα στο πέρασμα δισεκατομμυρίων χρόνων. Παρέχουν, έτσι, ένα
γεωλογικό αρχείο των βίαιων συμβάντων του παρελθόντος, ιδίως κατά την
πρώιμη φάση του ηλιακού μας συστήματος.
Οι επιστήμονες της NASA και του πανεπιστημίου ΜΙΤ παρουσίασαν τα
ευρήματά τους στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ένωσης,
καθώς και σε τρεις ξεχωριστές εργασίες στο περιοδικό "Science", σύμφωνα
με το BBC και το πρακτορείο Reuters.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τα δεδομένα που συνέλλεξαν από τον Μάρτιο οι
δορυφόροι "Ebb" και "Flow" της αποστολής Grail (Gravity Recovery and
Interior Laboratory), οι οποίοι από το Σεπτέμβριο του 2011 πετούν σε
ύψος περίπου 55 χλμ και σε απόσταση έως 200 χλμ. μεταξύ τους, αλλά σε
απόλυτο συντονισμό. Οι παραμικρές αποκλίσεις στην μεταξύ τους απόσταση
-σε συνδυασμό με άλλα τοπογραφικά στοιχεία- καταγράφουν τις μεταβολές
στο πεδίο βαρύτητας της Σελήνης που προκαλούνται λόγω των διαφορετικών
γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών στην επιφάνεια και στο υπέδαφός της και,
συνεπώς, εξαιτίας της άνισης κατανομής της μάζας.
Ο νέος χάρτης υψηλής ανάλυσης του φεγγαριού, που προκύπτει από τις
μετρήσεις του Grail, δείχνει τις διακυμάνσεις της βαρύτητας που
προκαλούνται είτε από τα εξογκώματα (π.χ. βουνά), είτε από τα
βαθουλώματα του εδάφους (π.χ. κρατήρες), αλλά και από τις βαθύτερες
γεωλογικές δομές στο εσωτερικό της Σελήνης, αποκαλύπτοντας σε όλο το
μεγαλείο του πλέον τα «κατάγματα» και τα συντριπτικά πλήγματα που έχει
υποστεί ο φλοιός του φεγγαριού στο παρελθόν.
Όπως διαπίστωσαν οι επιστήμονες, κάτω από τη γεμάτη κρατήρες
επιφάνεια, ο φλοιός της Σελήνης είναι σχεδόν τελείως κονιορτοποιημένος
(σε ποσοστό 98%) από τις πολλαπλές πτώσεις διαφόρων ουράνιων σωμάτων. Η
ανακάλυψη δείχνει ότι το φεγγάρι μας και πιθανώς η ίδια η Γη, κατά το
πρώτο δισεκατομμύριο χρόνια μετά τη δημιουργία τους (σε μια εποχή που
εμφανίστηκαν οι πρώτοι μικροοργανισμοί), υπέστησαν ακόμα πιο μαζική και
καταστροφική επίθεση τεράστιων βράχων από το διάστημα, από ό,τι
εκτιμούσαν ως τώρα οι επιστήμονες.
«Ήταν γνωστό ότι οι πλανήτες έχουν πληγεί από ισχυρές προσκρούσεις,
αλλά κανείς δεν φανταζόταν ότι ο φλοιός της Σελήνης είχε υποστεί τέτοια
χτυπήματα. Αποτελεί πράγματι μεγάλη έκπληξη», δήλωσε η Μαρία Ζούμπερ,
καθηγήτρια γεωφυσικής του ΜΙΤ και επικεφαλής της αποστολής Grail.
Οι νέες μετρήσεις δείχνουν ότι ο σεληνιακός φλοιός έχει πάχος 34
έως 43 χιλιομέτρων και είναι κατά 10 έως 20 χλμ. πιο λεπτός από ό,τι
πίστευαν έως τώρα οι γεωλόγοι. Μάλιστα κάτω από μερικές επίπεδες
περιοχές, φαίνεται πως δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου φλοιός, γεγονός που
σημαίνει ότι εκεί ακριβώς υπάρχει ένα «παράθυρο» προς τον βαθύτερο
γεωλογικό στρώμα, τον μανδύα του φεγγαριού, που βρίσκεται μεταξύ φλοιού
και πυρήνα.
Ο χάρτης αποκαλύπτει ότι ο ανώτερος σεληνιακός φλοιός δεν
περιλαμβάνει πολλά πυκνά πετρώματα, αλλά αποτελείται κυρίως από πορώδη
υλικά, που υπέστησαν κατακερματισμό στο παρελθόν. Ανάμεσα σε αυτό το
ελαφρύτερο υλικό παρατηρούνται επίσης διάσπαρτοι μεγάλοι υπόγειοι
-μήκους έως 500 χιλιομέτρων- γραμμικοί «τάφροι», αποτελούμενοι από
βαρύτερο και πυκνότερο υλικό, το οποίο πιθανώς προέρχεται από
στερεοποιημένο μάγμα που ανήλθε υψηλότερα μετά τις προσκρούσεις.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου